Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

Μ. Εβερτ

Αφησε το δικό του στίγμα στην Αθήνα, στη Ν.Δ., στην πολιτική ζωή της χώρας
 
Του Γιωργου Π. Τερζη
Ο Μιλτιάδης Εβερτ και ο Ευάγγελος Αβέρωφ είναι μεταπολιτευτικά οι μόνοι ηγέτες κόμματος εξουσίας που δεν έγιναν πρωθυπουργοί. Για διαφορετικούς λόγους ο καθένας.
Κι όμως, ειδικά στην περίπτωση Εβερτ, όταν στις 3 Νοεμβρίου του '93 ο 54χρονος πολιτικός κέρδιζε στην κούρσα διαδοχής του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη τον Γιάννη Βαρβιτσιώτη, οι οιωνοί έμοιαζαν ευνοϊκοί. Η δυναμική του «μπουλντόζα» από τις δημοτικές εκλογές του '86, η βεβαρημένη υγεία του Ανδρέα Παπανδρέου και η επιλογή Εβερτ να επιστρέψει η Ν.Δ. στην κοίτη του καραμανλισμού τού δίνουν πόντους. Μια κίνηση -αυτή η τελευταία- λίγο ώς πολύ αναμενόμενη. Γιατί ο Εβερτ, σε μεγάλο βαθμό, είχε συνδέσει την πολιτική του παρουσία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Είτε ως επικεφαλής της Νεολαίας της ΕΡΕ είτε ως βουλευτής Αθήνας με τη Ν.Δ. είτε ως υφυπουργός ήδη από το 1976 κι αργότερα υπουργός.
Το '94 θα δώσει στο κόμμα το δικό του στίγμα. Στο συνέδριο της Χαλκιδικής, θα πει: «Υπάρχουν όρια στην ιδεολογία μας. Από τη μια ο σοσιαλισμός, από την άλλη ο νεοφιλελευθερισμός. Είμαστε μακριά και από τα δύο».
Τον Νοέμβριο του 1995, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου εισάγεται στο Ωνάσειο, η εικόνα του θαλερού Εβερτ, με την επιτυχημένη θητεία στον Δήμο Αθήνας και τη δημιουργία του πρώτου μη κρατικού ραδιοφωνικού σταθμού, προβάλλει ισχυρή. Η Ν.Δ. προηγείται καθαρά στις δημοσκοπήσεις. Ο Εβερτ θα κυριαρχούσε εκλογικά αν έφθανε στις κάλπες έναντι του Παπανδρέου και πιθανότατα έναντι των Ακη Τσοχατζόπουλου και Γερ. Αρσένη, εκτιμά σήμερα ο τότε στενός του συνεργάτης Πρ. Παυλόπουλος. Ωστόσο, απέναντί του βρίσκει τον Κώστα Σημίτη που έρχεται να εκφράσει το ρεύμα του «εκσυγχρονισμού».
«Ο Μιλτ. Εβερτ, που μέχρι τότε ήταν σχεδόν ακαδημαϊκός, μετετράπη εν μια νυκτί σε... αγράμματο», σχολιάζουν στενοί του συνεργάτες, αναφερόμενοι στο μπαράζ επιθέσεων που δέχθηκε ο τότε πρόεδρος της Ν.Δ. Ο Εβερτ δεν κατόρθωσε να αντεπεξέλθει στην πρόκληση Σημίτη. Εναντι του «κυρίου καθηγητή», αποφάσισε να αντιπαρατάξει το δικό του πολιτικό βάρος, τον αυθορμητισμό του. Οχι πάντοτε χωρίς λάθη, συχνά μείζονος σημασίας.
Βαθιά συναισθηματικός και με αίσθηση τιμής για τις προσωπικές και πολιτικές του φιλίες, ο Μιλτιάδης Εβερτ δοκίμασε οδυνηρή έκπληξη κατά την εσωκομματική διαδικασία που ακολούθησε την εκλογική ήττα του 1996. Αρνείτο, για παράδειγμα, να πιστέψει ότι οι περισσότεροι εκ των υποστηρικτών του συμμετείχαν και στις συγκεντρώσεις υποστήριξης της υποψηφιότητας του Κώστα Καραμανλή. Αλλωστε, θεωρούσε ότι δεν θα τον βρει αντίπαλο, καθώς «μέχρι τότε, ο Κώστας δεν είχε εκδηλώσει καμία σχετική διάθεση».
Η πίκρα του, ωστόσο, δεν τον εμπόδισε στο συνέδριο του 1997 να δηλώσει, αμέσως μετά τον πρώτο γύρο όταν και βρέθηκε τρίτος μετά τους Κ. Καραμανλή και Γ. Σουφλιά, τη στήριξή του στον μετέπειτα πρωθυπουργό της χώρας.
Ο Μιλτιάδης Εβερτ δεν έκρυψε ποτέ πως, παρά την κλονισμένη υγεία του, θα ήθελε να υπουργοποιηθεί το 2004, όταν η Ν.Δ. επανήλθε στην εξουσία. Σε μία από τις πολλές κατ' ιδίαν συζητήσεις του με τον Κ. Καραμανλή, ο νεοεκλεγείς τότε πρωθυπουργός τού εξήγησε. Ούτε τότε του κράτησε κακία. Τουναντίον, η σχέση διατηρήθηκε θερμή ακόμη και όταν ο Εβερτ, με ασθενή υγεία πλέον, έδινε μάχες στη Βουλή απέναντι στον τότε υπουργό Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφη.
Λέγεται ότι σε μια συνάντηση, παρουσία των Πρ. Παυλόπουλου και Δημ. Σιούφα, τότε στενών συνεργατών και του Κ. Καραμανλή, ο τέως πρωθυπουργός γύρισε και του είπε: «Μίλτο, βλέπεις ότι περιστοιχίζομαι από εβερτικούς!». «Nαι, μόνο που πριν γίνουν εβερτικοί ήταν καραμανλικοί», απάντησε ο Εβερτ γελώντας δυνατά.
Αυθεντικός ως χαρακτήρας, γευόταν εξίσου έντονα τις χαρές και τις λύπες. Οπως την τραγωδία του γαμπρού του, Γ. Αλβέρτη, που προκλήθηκε από ιατρικά λάθη, αλλά και τις επιθέσεις στον έτερο γαμπρό του, Π. Δούκα, εξ αφορμής του Βατοπεδίου. Αυτά επιβάρυναν την ήδη χτυπημένη, από τα καρδιακά προβλήματα και τα εγκεφαλικά, υγεία του. Επειτα από σχεδόν ένα μήνα παραμονής στην εντατική του Ιπποκρατείου, ο Μιλτιάδης Εβερτ κατέληξε το σούρουπο της 9ης Φεβρουαρίου, αφήνοντας πίσω, πέραν της συζύγου του Λίζας, των δύο θυγατέρων του και των οικογενειών τους, πολλούς πολιτικούς φίλους και αντιπάλους. Μπορεί να μη συμφωνούν όλοι στο ιστορικό ερώτημα αν θα ήταν ένας καλός πρωθυπουργός. Ολοι συμφωνούν όμως ότι άφησε το στίγμα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου